shoulder manual therapy
shoulder manual therapy

Εξάρθρημα ώμου – Συντηρητική ή χειρουργική αντιμετώπιση;

Πόσο συχνό είναι το εξάρθρημα ώμου; Επιδημιολογία, συνοδές βλάβες και υποτροπή

Τι είναι το εξάρθρημα ώμου;

Η συντηρητική αντιμετώπιση μετά από ένα πρώτο επεισόδιο εξαρθρήματος, η οποία περιλαμβάνει μια πιθανή σύντομη περίοδο ακινητοποίησης και στη συνέχεια εξειδικευμένη φυσικοθεραπευτική αποκατάσταση, έχει φανεί ότι μπορεί να μειώσει τον κίνδυνο υποτροπής σε ένα σημαντικό ποσοστό ασθενών. Σύμφωνα με συστηματική ανασκόπηση & μετα-ανάλυση, περίπου το 50% των ασθενών που αντιμετωπίζονται συντηρητικά δεν παρουσιάζουν επανεξάρθρημα, γεγονός που δείχνει ότι η μη χειρουργική προσέγγιση μπορεί να είναι αποτελεσματική στους μισούς ασθενείς (Kavaja et al., 2018 - British Journal of Sports Medicine).

Παρ’ όλα αυτά, το υπόλοιπο ποσοστό διατρέχει αυξημένο κίνδυνο υποτροπής, ειδικά οι νεαρότεροι και πιο δραστήριοι ασθενείς· ένας νεαρός άνδρας με έντονο φόβο επανεξάρθρωσης του ώμου και υψηλές απαιτήσεις από το άνω άκρο, είτε λόγω αθλημάτων που περιλαμβάνουν χρήση του χεριού πάνω από το επίπεδο του ώμου ή αθλημάτων επαφής, είτε λόγω επαγγελματικών δραστηριοτήτων, αποτελεί έτσι υποψήφιο για χειρουργική αντιμετώπιση (Wasserstein et al., 2016 – Arthroscopy).

Αντίθετα, ένα μεγαλύτερης ηλικίας άτομο, που δεν συμμετέχει σε αθλήματα με υπερβολική χρήση του ώμου ή σε επαναλαμβανόμενες επικίνδυνες κινήσεις κατά την καθημερινότητά του, φαίνεται ότι διατρέχει χαμηλότερο κίνδυνο υποτροπής. Σε τέτοιες περιπτώσεις, η συντηρητική αντιμετώπιση αποτελεί συνήθως ασφαλή και ρεαλιστική επιλογή (Tokish et al., 2020 – Journal of Shoulder and Elbow Surgery; Hurley et al., 2022 – Arthroscopy).

Μετά από χειρουργική σταθεροποίηση του ώμου (π.χ. αρθροσκοπική Bankart repair ή Latarjet procedure), οι περισσότεροι αθλητές καταφέρνουν να επιστρέψουν στο άθλημα.

Σύγχρονες μελέτες δείχνουν ότι το ποσοστό επιστροφής σε οποιοδήποτε επίπεδο κινείται στο 80 με 95 %, ενώ η επάνοδος στο προ‑τραυματισμού επίπεδο κυμαίνεται συνήθως σε 65 με 75 %. Ωστόσο, δεν είναι σπάνιο ότι ένα σημαντικό ποσοστό δεν πετυχαίνει πλήρη επιστροφή. Πρακτικά, αυτό σημαίνει ότι σε περίπου 1 στους 3 με 4 αθλητές δεν θα φτάσει στο ίδιο επίπεδο απόδοσης όπως πριν την κάκωση (Noyes et al., 2025 - Orthopaedic Journal of Sports Medicine; Memon et al., 2018 – Journal of Shoulder and Elbow Surgery; Ialenti et al., 2017 - Orthopaedic Journal of Sports Medicine).

Με αυτά τα δεδομένα, η προεγχειρητική καθοδήγηση και η διαμόρφωση ρεαλιστικών προσδοκιών είναι κρίσιμη: η σταθεροποίηση προσφέρει υψηλή πιθανότητα επιστροφής στο άθλημα, αλλά δεν εγγυάται ότι όλοι οι ασθενείς θα επανέλθουν στο ίδιο υψηλό επίπεδο όπως πριν τον τραυματισμό.

Ως εξάρθρημα ώμου ορίζεται η κατάσταση κατά την οποία η κεφαλή του βραχιονίου οστού μετατοπίζεται και χάνει τη φυσιολογική της θέση μέσα στην ωμογλήνη. Η πλειονότητα των εξαρθρημάτων αφορά τα πρόσθια εξαρθρήματα, δηλαδή τη μετατόπιση της κεφαλής του βραχιονίου προς τα εμπρός, συνήθως έπειτα από τραυματισμό.

Ένας συχνός μηχανισμός κάκωσης είναι η πτώση με το άνω άκρο σε θέση απαγωγής και έξω στροφής, όπου αυξάνεται σημαντικά η φόρτιση στον πρόσθιο θύλακο και καθίσταται ευκολότερη η πρόσθια μετατόπιση της κεφαλής του βραχιονίου. Επιπλέον, η βιβλιογραφία αναφέρει ως συχνό αίτιο και την άμεση πλήξη στο οπίσθιο τμήμα του ώμου, όπως συμβαίνει σε αθλήματα επαφής, το οποίο μπορεί επίσης να οδηγήσει σε πρόσθιο εξάρθρημα λόγω της αιφνίδιας μετατόπισης των δυνάμεων προς τα εμπρός.

Επιδημιολογικά δεδομένα δείχνουν ότι το εξάρθρημα ώμου εμφανίζεται συχνότερα σε εφήβους και σε άνδρες ηλικίας 15 έως 29 ετών (Zacchilli et al., 2010 – The Journal of Bone and Joint Surgery). Επιπλέον, έχει βρεθεί ότι οι άνδρες κάτω των 20 ετών έχουν 6,7 φορές μεγαλύτερο κίνδυνο να υποστούν εξάρθρημα ώμου σε σύγκριση με συνομήλικες γυναίκες.

Σημαντικό είναι να αναφερθεί ότι κατά τη διάρκεια ενός εξαρθρήματος μπορεί να προκληθούν διάφορες ιστικές βλάβες, όπως κατάγματα, ρήξεις επιχείλιου χόνδρου, νευρικές κακώσεις και ρήξεις τενόντων, οι οποίες επηρεάζουν την κλινική εικόνα των ασθενών και ενδέχεται να αυξήσουν ή να μειώσουν τον κίνδυνο μελλοντικής υποτροπής (Brownson et al., 2015 – Shoulder and Elbow). Τα ερευνητικά δεδομένα δείχνουν επίσης ότι, μετά από ένα πρώτο εξάρθρημα ώμου, περίπου το 90% των υποτροπών καταγράφεται μέσα στα δύο πρώτα χρόνια, με άτομα ηλικίας 14 έως 25 ετών να διατρέχουν τον υψηλότερο κίνδυνο (Olds et al., 2016 – Journal of Orthopaedic & Sports Physical Therapy).

Εξάρθρημα Ώμου: Αίτια, Υποτροπή και Αντιμετώπιση