Σύνδρομο Υπακρωμιακού Πόνου: Τεκμηριωμένη Αντιμετώπιση
Πώς Παρουσιάζεται – Συμπτώματα
Το σύνδρομο υπακρωμιακού πόνου, γνωστό και ως σύνδρομο υπακρωμιακής προστριβής ή τενοντίτιδα του υπερακανθίου, αποτελεί μία από τις συχνότερες παθήσεις της περιοχής του ώμου. Παρατηρείται κυρίως σε άτομα άνω των 40 ετών, καθώς με την πάροδο του χρόνου εμφανίζονται εκφυλιστικές αλλοιώσεις στους τένοντες και στους μαλακούς ιστούς (πχ: ορογόνος θύλακας) της περιοχής.
Ορισμός και Ορολογία
Οι ασθενείς συνήθως βιώνουν πόνο στην πρόσθια και έξω επιφάνεια του ώμου ο οποίος κάποιες φορές μπορεί να ακτινοβολεί κάποια εκατοστά προς το βραχιόνιο οστό. Συχνά ο πόνος αναπαράγεται με κινήσεις ανύψωσης του εμπλεκόμενου άκρου και κινήσεις του χεριού πίσω στην πλάτη. Σε κάποιες περιπτώσεις ο νυχτερινός πόνος στην περιοχή είναι μέρος της συμπτωματολογίας και ο ασθενής δυσκολεύεται να ξαπλώσει στο πλάι πάνω στον ώμου του.
Συντηρητική Αντιμετώπιση
Η εξειδικευμένη φυσικοθεραπεία είναι αναμφίβολα η πρώτη γραμμή θεραπείας σε αυτή την πάθηση καθώς έρευνες αποδεικνύουν την αποτελεσματικότητα της όσον αφορά τα επίπεδα πόνου, το εύρος κίνησης και την λειτουργικότητα (Desmeules et al., 2025 - Journal of Orthopaedic & Sports Physical Therapy; McConnel et al., 2024 – Shoulder & Elbow; Lavoie-Gagne et al., 2022 – Arthroscopy; Pieters et al., 2020 – Journal of Orthopaedic and Sports Physical Therapy).
Τα Μη Στεροειδή Αντιφλεγμονώδη Φάρμακα (ΜΣΑΦ) μπορούν να χορηγηθούν από τον θεράπων γιατρό, συνδυαστικά με την φυσικοθεραπεία, όταν υπάρχουν πολύ έντονες ενοχλήσεις, όταν ο πόνος ξυπνά τον ασθενή στον ύπνο και όταν η λειτουργικότητα του έχει μειωθεί αρκετά ώστε να τον εμποδίζει στις αναγκαίες καθημερινές του δραστηριότητες (Lavoie-Gagne et al., 2022 – Arthroscopy).
Όσον αφορά τις ενέσεις κορτιζόνης, αυτές είναι μη θεμιτές όταν εγχύονται στον τένοντα, καθώς μπορούν βραχυπροθέσμα να ανακουφίσουν τα γνωστά συμπτώματα αλλά μακροπρόθεσμα μπορούν να κάνουν τον πόνο πιο έντονο και τον τένοντα πιο ευάλωτο σε ρήξεις. Ιδιαίτερα οι πολλαπλές ενέσεις κορτιζόνης στον τένοντα παρουσιάζουν καταβολικές ιδιότητες, δηλαδή μειώνουν τον μεταβολισμό του και μειώνουν την ανθεκτικότητα και την αντοχή του στα φορτία (Mohamadi et al., 2017 – Clinical Orthopaedics and Related Research).
Σε συγκεκριμένες περιπτώσεις, η ένεση αυτή μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως έγχυση στον υπακρωμιακό ορογόνο θύλακο, εφόσον υπάρχουν ενδείξεις φλεγμονής, με σκοπό την μείωση του πόνου και την αύξηση της λειτουργικότητας χωρίς να επηρεαστεί αρνητικά η δομική ακεραιότητα του τένοντα (Lavoie-Gagne et al., 2022 – Arthroscopy).
Χειρουργική Αντιμετώπιση
Όσον αφορά τη χειρουργική επέμβαση, υπάρχουν ισχυρές ερευνητικές αποδείξεις, οι οποίες δεν υποστηρίζουν αυτήν την αντιμετώπιση σε άτομα που παρουσιάζουν σύνδρομο υπακρωμιακού πόνου / πρόσκρουσης ως πρώτη γραμμής αντιμετώπισης. Οι ερευνητές μας λένε ότι η υπακρωμιακή αποσυμπίεση ακρωμιοπλαστική σε συνδυασμό με φυσικοθεραπεία δεν υπερτερεί σε σχέση με την φυσικοθεραπεία μεμονωμένα (Lahdeoja et al., 2020 – British Journal of Sports Medicine; Karjalainen et al., 2019 – Cochrane Database of Systematic Reviews; Nazari et al., 2019 – Plos One Ketola et al., 2017 – The Bone and Joint Journal; Beard et al., 2017 – The Lancet).
Θα πρέπει λοιπόν αυτή η λύση να επιλέγεται σε μεμονωμένες και ειδικές περιπτώσεις όπου η εξατομικευμένη και εξειδικευμένη φυσικοθεραπεία δεν είχαν τα αναμενόμενα αποτελέσματα στο εύλογο χρονικό πλαίσιο των τουλάχιστον 6 μηνών.

